Στειλέ μας κι εσύ
το δικό σου παραμύθι..
email@paramithia.net
Η χώρα των πάγων
http://www.paramithia.net http://www.paramithia.net/kastro.html http://www.paramithia.net/kosmos.html http://www.paramithia.net/imagine.html http://www.paramithia.net/paint.html http://www.paramithia.net/cartoon.html http://www.paramithia.net/mail.html
΄Ηταν Φθινόπωρο. Δυο φίλοι ονειρεύονταν συνέχεια μεγάλα ταξίδια σε μακρινές χώρες. Σκεφτόντουσαν ένα μακρινό ταξίδι στη χώρα των πάγων. ΄Ηρθε η ώρα της αναχώρησης!!!
Η καρδιά τους πήγαινε να σπάσει. Αυτό που ονειρεύονταν άρχισε να γίνεται πραγματικότητα. Οι δυο φίλοι μαζί με τις οικογένειές τους, ανέβηκαν στο αεροπλάνο. ΄Εφτασε η στιγμή της απογείωσης. Κοιτώντας έξω από το παράθυρο έβλεπαν όλη την Ελλάδα να καμαρώνει ηλιόλουστη και καταπράσινη με το γαλανό της ουρανό, που δεν το συναντά κανένας παρά μονάχα εδώ.
Οι ώρες φαίνονταν ατελείωτες. Μετρούσαν ακόμα και τα λεπτά που ήθελαν για να φτάσουν στη χώρα των ονείρων τους: τη χώρα του Αϊ-Βασίλη, που χιλιάδες παιδικές ψυχές θα ήθελαν να βρίσκονται στη θέση τους. Ξαφνικά ακούν τον πιλότο να λέει από το μικρόφωνο να δέσουν τις ζώνες τους για να προσγειωθούν. ΄Ομως κοίταζαν στο παράθυρο και η εικόνα που έβλεπαν ήταν τελείως διαφορετική απ'αυτήν που έβλεπαν σε άλλα τους ταξίδια. Παντού χιόνι. ΄Ολα ήταν σκεπασμένα, σπίτια, δρόμοι, θάλασσες, ποτάμια. ΄Οταν πάτησαν το πόδι τους στην παγωμένη γη είδαν το όνειρό τους να ξετυλίγεται μπροστά τους.
Εκεί όλα ήταν διαφορετικά. Ακόμα και ο ουρανός ήταν μαύρος. Ο ήλιος ήταν σχεδόν πάντα κρυμμένος.! ΄Εκανε φοβερό κρύο. Η μέρα ήταν μικρή και η νύχτα μεγάλη. Πολύ μυστήριο, αλλά και μια μεγάλη ομορφιά που ήθελαν σιγά-σιγά να την εξερευνήσουν.
΄Ηθελαν να γνωρίσουν τα πάντα, τους ανθρώπους, τις συνηθειές τους, και να ανακαλύψουν όλα τα μυστικά που κάνουν αυτή τη χώρα μαγική!!! 
΄Ενα πρωϊνό βγήκαν να περπατήσουν στην παγωμένη φύση. Καθώς χάζευαν όλα τα πράγματα που ήταν καλυμένα από το χιόνι, άκουσαν λίγο πιο κει να έρχονται στ'αφτιά τους παιδικές φωνές. Γύρισαν και είδαν δύο Λαπωνάκια που είχαν βγει βόλτα με τον ταρανδό τους. Οι δύο φίλοι τα πλησίασαν και προσπάθησαν να τα γνωρίσουν. ΄Οταν τους μιλήσανε, τα Λαπωνάκια δεν κατάλαβαν τη δική τους γλώσσα, μόνο που τους έδειξαν στην άκρη του παγωμένου δρόμου ένα σπιτάκι, και έτσι κατάλαβαν ότι ήταν αδέλφια κι έμεναν εκεί.
Σιγά-σιγά οι μέρες περνούσαν, και οι δύο φίλοι πήγαιναν εκεί για να συναντήσουν τους μικρούς τους φίλους. Με πολύ προσπάθεια βρήκαν έναν άλλο τρόπο να συνεννοούνται. ΄Αρχισε σιγά-σιγά να δημιουργείται μεταξύ τους μία μεγάλη φιλία, η οποία μπόρεσε να νικήσει τη διαφορά που είχαν στη γλώσσα. Αφού περνούσαν κάθε μέρα πολλές ώρες μαζί, έρχονταν το σούρουπο και οι δύο φίλοι χαιρετούσαν τους φίλους τους και γύριζαν στους γονείς τους, που τους περίμεναν.
Κάποια μέρα ο Λούμο πρότεινε στους φίλους του να παρακαλέσουν τους γονείς τους να μείνουν λίγες μέρες μαζί τους. Μεγάλη χαρά πλημμύρισε τα δύο παιδικά πρόσωπα όταν είδαν ότι η επιθυμία τους γινόταν πραγματικότητα. Πρωί-πρωί άρχισε ο Λούμο να δείχνει στους φίλους του, πως μπορεί ένα μικρό παιδί με άλλες συνήθειες από τις δικές μας να περνάει τη μέρα μαζί του. Μαζί με την αδελφή του τη Μάλα και τους γονείς τους ζούσαν σε μία μεγάλη παγοκαλύβα. η πρώτη νύχτα για τους μικρούς ΄Ελληνες εξερευνητές, ήταν μία μεγάλη εμπειρία. ΄Ολο το βράδυ δεν μπόρεσαν να κοιμηθούν, αλλά όλο συζητούσαν.
Μόλις ξημέρωσε ο Λούμο τους έδωσε από μία φόρμα που είχαν φτιάξει αυτός κι η αδερφή του από δέρμα ζώου, για να προστατεύονται από το κρύο. ΄Υστερα πήραν τους ρέννους τους-ρέννους λένε στην Λαπωνία τους μικρούς τάρανδους- και βγήκαν βόλτα, μήπως βρουν λίγα χόρτα να βοσκήσουν. Αν δεν έβρισκαν κι αυτά, θα πέθαιναν της πείνας.
΄Αλλες φορές όταν δεν έβγαζαν τους ρέννους τους για βοσκή, πήγαιναν για ψάρεμα. Το νερό ήταν πάντα παγωμένο και σε ορισμένες μεριές υπήρχαν που και που τρύπες και μερικές φορές τρύπαγαν με τρυπάνι για να τις μεγαλώσουν. Κάποιες φορές ήταν πολύ τυχεροί γιατί έβγαζαν πολλά ψάρια. μια μέρα καθώς άνοιξαν μια μεγάλη τρύπα με το τρυπάνι είδαν μία φώκια να βγάζει το κεφάλι της μέσα από τους πάγους.. ΄Αλλες φορές πάλι πήγαι΄ναν για να φορτώσουν δέρματα ρέννων που σκότωναν για να τα δώσουν στους γονείς τους και να τα πουλήσουν. Τα βράδια πολλές φορές όταν ήταν κουρασμένοι και δεν προλάβαιναν να γυρίσουν πίσω, έστηναν μία σκηνή και έμεναν εκεί.
΄Ενα πρωί μόλις βγήκαν έξω από τη σκηνή, είδαν στο χιόνι κάτι μεγάλες μαύρες πατημασιές. Αμέσως ο Λούμο κατάλαβε ότι ήταν πατημασιές αρκούδας, και είπε να μείνουν μέσα στη σκηνή και να προφυλαχτούν, γιατί οι αρκούδες όταν είναι νηστικές είναι πολύ επικίνδυνες. ΄Ετσι αναγκάστηκαν να μείνουν στη σκηνή για αρκετές ώρες. ΄Ομως οι δύο φίλοι άρχισαν να φοβούνται γιατίν δεν είχαν ζήσει τέτοιες περιπέτειες. Ο Λούμο όμως τους ησύχασε και τους είπε ότι μόλις νυχτώσει και η αρκούδα κρυφτεί θα γυρίσουν πίσω. ΄Ετσι κι έγινε.
Αφού πέρασε άλλο ένα βράδυ, μετά σκεφτόντουσαν ότι ακόμα δύο μέρες θα μπορούσαν να μείνουν με τους μικρούς τους φίλους και άρχισαν να στεναχωριούνται. Ο Λούμο λες και διάβασε τις σκέψεις τους, τους είπε ότι και οι τελευταίες μέρες θα τους μείνουν το ίδιο αξέχαστες.
Οι γονείς τους είχαν ένα κοπάδι από Haskies και τους ρώτησαν αν θέλουν να τους πάνε βόλτα στο απέραντο δάσος. Τρελάθηκαν από τη χαρά τους. Τα σκυλιά έτρεχαν γρήγορα σαν άνεμος, μόνο που συνέχεια γάβγιζαν και αυτό τους φόβιζε λιγάκι. Μετά το τέλος της μεγάλης βόλτας, τους πήγαν σε μία σπηλιά και οι ιθαγενείς τους πρόσφεραν καυτό τσάι.  Η ώρα του αποχωρισμού έφτασε. Οι δύο φίλοι ένιωθαν ότι θα μπορούσαν να μείνουν εκεί για πάντα. Αυτό όμως δεν γινόταν. ΄Επρεπε να κρατήσουν την υπόσχεση που είχαν δώσει στους γονείς τους. Με τη βοήθεια των φίλων τους κατάφεραν να εξερευνήσουν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Με δάκρυα στα μάτια αποχαιρέτησαν τους δύο μικρούς Λάπωνες, και τους έδωσαν υπόσχεση ότι όταν θελήσουν και αυτοί να δουν τη δική τους πατρίδα θα ανακαλύψουν έναν άλλο κόσμο τελείως διαφορετικό γι' αυτούς, αλλά το ίδιο μαγευτικό.



Παναγιώτα Κασίμη