Στειλέ μας κι εσύ
το δικό σου παραμύθι..
email@paramithia.net
Σκέφτηκε αρκετές ώρες μέχρι που βρήκε ένα καταπληκτικό σχέδιο.
Περίμενε καλά κρυμμένος μέχρι που να κοιμηθεί και ο Ήφαιστος και ο Λάβας. Όταν βεβαιώθηκε ότι είχαν κοιμηθεί για τα καλά, πήρε σιγά - σιγά την χάλκινη πανοπλία του Ήφαιστου, την φόρεσε και μπήκε αθόρυβα στο μεγάλο δωμάτιο που κοιμόταν βαθιά ο Λάβας. Ο Λάβας άνοιξε το ένα από τα δεκαέξι του μάτια, τον κοίταξε, αλλά επειδή νόμισε πώς ήταν ο Ήφαιστος, συνέχισε ήσυχος τον ύπνο του. Έτσι ο Ειρηνοκλής πήρε τα δώδεκα σπαθιά και έφυγε.
Την ώρα που άνοιγε την εξώπορτα του ηφαιστείου, ξύπνησε ο Ήφαιστος που σαν κάτι να άκουσε και άρχισε να φωνάζει:
- Α, κλεφτράκο, τώρα θα σου δείξω εγώ. Παίρνει ένα τεράστιο τσεκούρι και αρχίζει να τον κυνηγάει. Ο Ειρηνοκλής όμως ήταν πιο γρήγορος από τον κουτσό τον Ήφαιστο, και έτσι κατάφερε να πάρει τα δώδεκα σπαθιά.
Όταν γύρισε στο σπίτι του, οι γονείς του με δάκρυα στα μάτια τον αγκαλιάζουν και η Ειρήνη του λέει:
-Αχ, γιε μου, έλα πήγαινε να ξεκουραστείς γιατί αύριο θα πάς να φέρεις το τόξο της Θεάς Άρτεμις. Είναι πολύ δύσκολο γιατί το φοράει πάντα. Ακόμα και όταν κοιμάται. Δεν πρόκειται να κάνει κακό σε σένα που είσαι παιδί του αδελφού της, αλλά αν σε δει θα σε κρατήσει όμηρο για πάντα.
-Δεν με πειράζει μητέρα να ζήσω κοντά στη θεία Άρτεμη, γιατί την αγαπώ πολύ και κάνουμε και καλή παρέα μαζί.
- Αχ, παιδάκι μου, ξέρεις τι είναι για μένα, από τη μια τα μάτια μου να βλέπουν παντού πόνο, δυστυχία, μίσος και διχόνοια και από την άλλη να χάσω και σένα; Δεν γίνεται, πρέπει να φέρεις το τόξο της Άρτεμις. Ο Πόλεμος πρέπει να νικηθεί.
- Εντάξει, μητέρα εκτός από δύναμη έχω και μυαλό. Όλα θα πάνε καλά.
Το άλλο πρωί ο Ειρηνοκλής φεύγει χωρίς να αποχαιρετίσει την μητέρα του. Βλέπετε δεν ήθελε να ακούσει πάλι τους φόβους της. Πέρασε πρώτα από το σπίτι του Διόνυσου και του λέει:
- Διόνυσε, αν θέλεις να επικρατήσει η χαρά και το γλέντι στη ζωή των ανθρώπων, δώσε μου το πιο μεθυστικό κρασί που έχεις.
Ο Διόνυσος έκανε ό,τι του ζήτησε ο Ειρηνοκλής. Ο Ειρηνοκλής τον ευχαρίστησε και έφυγε για το μεγάλο δάσος που ήταν η μεγάλη σπηλιά που ζούσε η θεία του η Άρτεμις.
Το μεσημέρι πια έφτασε στο σπίτι της θείας του. Μόλις τον είδε πέταξε από τη χαρά της και αυτή και το αγαπημένο της ελάφι. Η Άρτεμις του πρόσφερε το πιο νόστιμο αγριογούρουνο που είχε φάει ποτέ στη ζωή του, αλλά η Άρτεμις από το πολύ κρασί που ήπιε μέθυσε και έπεσε σε βαθύ ύπνο.
Ο Ειρηνοκλής πήρε το τόξο της θεάς και γύρισε στο σπίτι του λίγο πριν νυχτώσει για τα καλά. Οι γονείς του από τη χαρά τους έκαναν ένα μεγάλο τσιμπούσι. Σ’ εκείνο το τσιμπούσι καλεσμένος ήταν και ο Πόλεμος που πάει στην Ειρήνη και της λέει:
- Νίκησες Ειρήνη. Από δω και πέρα θα επικρατήσει ειρήνη στον κόσμο.
- Ευχαριστώ, αλλά εσύ τι δουλειά θα κάνεις, από δω και πέρα;
-Α, μην ανησυχείς για μένα. Θα βρω καταφύγιο στο κεφάλι μερικών παρανοϊκών, που έτσι κι αλλιώς δε θα πάψουν να υπάρχουν.
- Άντε γεια Ειρήνη!
- Άντε γεια Πόλεμε!
Κακαβέλου Μαρίνα
12 ετών
9ο Δημοτικό Σχ. Κερατσινίου

http://www.paramithia.net http://www.paramithia.net/kastro.html http://www.paramithia.net/kosmos.html http://www.paramithia.net/imagine.html http://www.paramithia.net/paint.html http://www.paramithia.net/cartoon.html http://www.paramithia.net/mail.html