Στειλέ μας κι εσύ
το δικό σου παραμύθι..
email@paramithia.net
Η Αγνή και το Παλικάρι
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα της Ανατολής, ζούσε ένας χωρικός που έβγαινε στο παζάρι να πουλήσει την πραμάτεια του, έχοντας πάντα για συντροφιά ένα κατάλευκο περιστέρι. Τοποθετούσε το κλουβί δίπλα του και κουβέντιαζαν, διότι το περιστέρι είχε ένα χάρισμα. Μιλούσε με ανθρώπινη φωνή. Βέβαια ο χωρικός παραξενεμένος δεν έκανε σχόλιο για το γεγονός, διότι αυτό συνέβαινε καθημερινά με αποτέλεσμα να μην του δημιουργεί καμία περιέργεια.
Κάποια μέρα όμως άκουσε τον φίλο του να του λέει:
«Βγάλε με απ’το κλουβί και άσε με να κάτσω στον ώμο σου»
Πράγματι εκτέλεσε την επιθυμία του και αυτό από τότε πετούσε ελεύθερο επιστρέφοντας πάντα στον αφέντη του.
Κάποια μέρα βροχερή που ο χωρικός είχε πάει πάλι στο παζάρι να πουλήσει πραμάτεια, βλέπει να στέκεται μπροστά του ένα παλικάρι που είχε στην πλάτη κρεμασμένη μια φαρέτρα.
http://www.paramithia.net http://www.paramithia.net/kastro.html http://www.paramithia.net/kosmos.html http://www.paramithia.net/imagine.html http://www.paramithia.net/paint.html http://www.paramithia.net/cartoon.html http://www.paramithia.net/mail.html

- Γεια χαρά σου! Είπε ο χωρικός στο παλικάρι.
- Γεια σου και χαρά σου και σένα, απάντησε εκείνο
- Τι καλό ζητάς; Τον ρώτησε ο χωρικός.
- Το περιστέρι σου, απάντησε το παλικάρι.
- Μα δεν ανήκει στην πραμάτεια.
- Δεν πειράζει, εγώ αυτό θέλω, είπε το παλικάρι, κι έβγαλε ένα πουγκί γεμάτο χρυσά φλουριά, τα έδωσε στο χωρικό, πήρε το περιστέρι κι έφυγε.
Πιο κάτω σ’ένα δέντρο είχε δέσει το άλογό του, ανέβηκε και χάθηκε σαν σίφουνας μέσα στο μεγάλο δάσος. Σε λίγο έφτασαν σ’ένα ξύλινο σπιτάκι, έβγαλε το περιστέρι απ’το κλουβί, του έδωσε φάει κι άρχισε να καθαρίζει τα τόξα του. Αυτό γινόταν αρκετούς μήνες, ώσπου κάποια μέρα το περιστέρι είπε στον καινούριο του αφέντη:
«Μη με ξαναβάλεις στο κλουβί
Και αν θα βγάλω μια κραυγή
Τρέξε να δεις τι θα συμβεί»

Χωρίς πολλές εξηγήσεις, το παλικάρι έκανε όπως του είπε το περιστέρι και σαν ήρθε το βράδυ, ξάπλωσε όπου τον πήρε ένας βαθύς ύπνος. Κάποια στιγμή άκουσε μια κραυγή. Σηκώθηκε κι έτρεξε να δει τι είχε συμβεί. Μπροστά στα έκπληκτά του μάτια αντίκρισε μια πανέμορφη κοπέλα σαν τα κρύα τα νερά.
-  Ποια είσαι; Ψέλλισε τρομαγμένος
- Είμαι η πριγκίπισσα Αγνή, που το κακό ξωτικό θέλησε να με κάνει γυναίκα του. Εγώ όμως αρνήθηκα και με μεταμόρφωσε σε περιστέρι. Άκουσέ με σε παρακαλώ διότι δεν έχουμε πολύ χρόνο στη διάθεσή μας. Θέλω να ξέρεις πως είσαι το παλικάρι που χρόνια περιμένω να λύσει τα μάγια του ξωτικού.
- Λέγε μου τι πρέπει να κάνω, ρώτησε εκείνος.
- Πρέπει να βρεις το διαμάντι που φυλάει το ξωτικό στον χρυσό του πύργο. Ύστερα να το πας στην καλή μάγισσα Μαλιντούσα, να σου δώσει το μαγικό σπαθί, να σπάσεις το διαμάντι ώστε να βγάλεις από μέσα την καρδιά του ξωτικού. Αμέσως μετά θα την πιάσεις με το μαγικό σπαθί και θα τη δώσεις να την φάει το λιοντάρι που θα φυλάει την πόρτα του χρυσού πύργου. Κάνε όλα αυτά και ύστερα θα δεις τη συνέχεια.
Μονομιάς η πριγκίπισσα ξανάγινε περιστέρι και πεταρίζοντας τις λευκές του φτερούγες κρύφτηκε μέσα στο κλουβί. Το παλικάρι έκανε το σταυρό του κι αφού καβάλησε το άσπρο του άλογο ξεκίνησε για τη μεγάλη περιπέτεια που του είχε αναθέσει το περιστέρι.
Πέρασε βουνά και κάμπους, απέραντες θάλασσες και μια μέρα σ’ένα ξέφωτο συνάντησε έναν αετό που μιλούσε σαν άνθρωπος.
- Γιατί άφησες τα βουνά; Ρώτησε το παλικάρι τον αετό
- Για να σε βοηθήσω, απάντησε ο αετός
- Αχ! Μα τι μπορείς εσύ να κάνεις ώστε να με βοηθήσεις; Είπε το παλικάρι.
- Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο. Ανέβα στις πλάτες μου και το άλογό σου να το δέσεις στο δέντρο. είπε ο αετός. Πράγματι σε λίγο πετούσαν πάνω από το χρυσό πύργο του ξωτικού. Χαμήλωσε ο αετός, κατέβηκε το παλικάρι, το έδωσε ένα από τα φτερά του και του είπε:
«Μόλις φτάσεις έξω από την πόρτα κάψε το φτερό και ρίξε το μπροστά στα μάτια του Λιονταριού. Εκείνο θα τα χάσει με τη φωτιά. Θα του πέσει το κλειδί από το στόμα. Άρπαξέ το, άνοιξε την πόρτα και δίχως να γυρίσεις πίσω το κεφάλι σου πήγαινε κατευθείαν στο δωμάτιο που θα ακούγεται μελωδική μουσική. Εκεί θα αντικρίσεις μια μεγάλη κρυστάλλινη μπάλα, πάνω σ’ένα πέτρινο τραπέζι, κτύπα δυνατά την μπάλα στο τραπέζι. Εκείνη θα σπάσει και μέσα θα βρεις το διαμάντι που ζητάς. Κατόπιν έλα εδώ για να σε πάω στην καλή μάγισσα Μαλιντούσα και την συνέχεια τη γνωρίζεις».
Ευτυχώς έγιναν όλα στην ώρα τους και όπως έπρεπε, κι έτσι σε λίγο το παλικάρι κρατούσε το διαμάντι με την καρδιά του ξωτικού και πετώντας πάνω στις πλάτες του αετού έφτασαν στο σπιτάκι της καλής μάγισσας Μαλιντούσας. Με τη βοήθεια του μαγικού σπαθιού πήραν την καρδιά και πετώντας ξανά για το χρυσό πύργο την έδωσαν στο λιοντάρι. Εκείνο μόλις την έφαγε άρχισε να βγάζει φωτιές ώσπου κάηκε και μαζί του είχε χαθεί για πάντα και το ξωτικό.
Τότε το παλικάρι ευχαριστημένο πέταξε με τον αετό για το δάσος που είχε αφήσει το άλογό του.   Το θαύμα είχε γίνει και τα μάγια είχαν λυθεί. Πάνω στη σέλα του λευκού αλόγου περίμενε η Αγνή πανέμορφη και χαμογελαστή. Κρατούσε στα χέρια της τα φτερά του περιστεριού, τα πέταξε πάνω στον αετό και μονομιάς εκείνος έγινε ένας πανέμορφος πρίγκιπας! Ο αδελφός της Αγνής!
Φυσικά θέλετε να μάθετε τι έγινε…
Το παλικάρι παντρεύτηκε την Αγνή κι έζησαν ευτυχισμένοι.
Κάποια μέρα πήγαν στο παζάρι και αντάμωσαν τον χωρικό. Με τα φλουριά που είχε πάρει, είχε γίνει ο άρχοντας της μικρής Πολιτείας. Του διηγήθηκαν την ιστορία και χαμογέλασε. Τα ήξερε όλα λοιπόν; Γι’αυτό και είχε πάντα συντροφιά του το λευκό περιστέρι!!
Κι έτσι έζησαν όλοι καλά μα εμείς ζούμε καλύτερα!!

Παναγιώτα Κασίμη